Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2016

Μασόνοι, Εβραίοι και Τουρκία

Ο ρόλος των μυστικών εταιρειών στο κίνημα των Νεοτούρκων και η γένεση της σύγχρονης Τουρκίας


Προπαγανδιστική αφίσα των Νεοτούρκων
Αναρτώ σήμερα ολόκληρο το κείμενο της εισήγησης που εκφώνησα την 20η Ιανουαρίου τ. ε. στην αίθουσα της πνευματικής Εστίας της Ιεράς Μητροπόλεως Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου μετά από πρόσκληση του Γραφείου ορθοδόξου μαρτυρίας της Μητροπόλεως. Στην εκδήλωση, στην οποία παρέστη ο Σεβ. Μητροπολίτης Φιλίππων κ. Προκόπιος, παρευρέθη πλήθος κόσμου. Μετά το πέρας της εισηγήσεως ακολούθησε συζήτηση, στην οποία το πλήθος των ερωτημάτων και η ωριμότητα των τοποθετήσεων κατέδειξε το ζωηρό ενδιαφέρον του κοινού για τα συναφή ζητήματα, πρωτίστως δε για την μοίρα των προγόνων μας που έπεσαν θύμα ενός από τα φρικωδέστερα εγκλήματα της ιστορίας του 20ου αιώνα.

Το κείμενο της εισήγησης:


Ο ρόλος των μυστικών εταιρειών στην νεοτουρκική επανάσταση και την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκίας

Γεώργιος Δ. Παναγόπουλος
Επίκουρος Καθηγητής
Α.Ε.Α. Ιωαννίνων


Στις αρχές του 20ου αιώνα η Οθωμανική αυτοκρατορία εισερχόταν στην τελευταία και πλέον δραματική φάση της 700χρονης ιστορίας της. Αποτελούσε ήδη από δεκαετίες ένα συγκεντρωτικό μηχανισμό αναποτελεσματικής αλλά βίαιης εξουσίας που γερνούσε επώδυνα και επρόκειτο να πεθάνει προσφέροντας απατηλές υποσχέσεις για ένα ειρηνικό μέλλον αλλά στην πραγματικότητα σπέρνοντας γενοκτονικό όλεθρο  για εκατομμύρια ανυποψίαστα θύματα, που πήραν τοις μετρητοίς τις υποσχέσεις για φιλελευθεροποίηση που τόσο υποκριτικά επιδαψίλευσαν οι τελευταίοι και τρομακτικότεροι ηγέτες της, οι περισσότερο γνωστοί ως Νεότουρκοι.
Τον Ιανουάριο του 1913 μια ομάδα αξιωματικών του Γ΄ Σώματος του Οθωμανικού στρατού, μέλη μιας συνωμοτικής οργάνωσης με την επωνυμία Επιτροπή Ενώσεως και Προόδου, καταλάμβανε με πραξικόπημα την εξουσία στην Κωνσταντινούπολη. Ωστόσο ήδη το 1909, είχε εκθρονίσει τον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίντ, για να προχωρήσει στην εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού καθεστώτος διώξεων της αντιπολίτευσης. Το χειρότερο όλων όμως: Έθετε μετ’ ου πολύ σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα τουρκοποίησης της εθνικής οικονομίας (milli iktisat) μέσω ενός μηχανισμού κατατρομοκράτησης της ελληνικής επιχειρηματικής τάξης των μικρασιατικών παραλίων, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα ξεκινούσε τη βίαιη εκκαθάριση των μη μουσουλμανικών πληθυσμών της αυτοκρατορίας με στόχο την φυλετική ομογενοποίηση της Μ. Ασίας στη βάση του τουρκισμού (μην ξεχνάμε άλλωστε ότι τις τάξεις των οπαδών του κινήματος πύκνωναν θεωρητικοί του παντουρκισμού, όπως ο κουρδικής καταγωγής Ζιγιά Γκιοκάλπ[1]). Θύματα αυτής της προμελετημένης γενοκτονικής επιχείρησης έπεσαν κυρίως οι Έλληνες, οι Αρμένιοι και οι Ασσύριοι.

Επρόκειτο για τους ευρύτερα γνωστούς ως Νεότουρκους, ή αλλιώς Ιτιχατιστές (από την πρώτη λέξη του ονόματος της οργάνωσής τους: Ιτιχάτ βε τεραχί τσεμιγετί [Επιτροπή Ενώσεως και Προόδου]). Η επιτροπή, μολονότι παρέμενε μια μυστική οργάνωση, είχε βέβαια εκδηλώσει νωρίτερα τη δράση της με την λεγόμενη «συνταγματική επανάσταση» του 1908. Τότε υποχρέωσε τον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίντ, λίγο πριν τον ανατρέψει, να θέσει σε ισχύ εκ νέου το βραχύβιο οθωμανικό σύνταγμα του 1876 και επαγγέλθηκε σε όλες τις εθνότητες της αυτοκρατορίας ίσα δικαιώματα και ισονομία. Με τον τρόπο αυτό οι ιτιχατιστές προκάλεσαν κύματα αισιοδοξίας ανάμεσα στους Χριστιανούς υπηκόους του σουλτάνου, οι οποίοι πίστεψαν ότι ο φιλελεύθερος άνεμος ισοπολιτείας θα σάρωνε το καταπιεστικό οικοδόμημα του χαμιδικού δεσποτισμού, όμοια όπως οι δημοκράτες Γάλλοι επαναστάτες του 1789 είχαν ανατρέψει το ancient régime των Βουρβόνων.

Κυρίαρχες φυσιογνωμίες των συνωμοτών υπήρξαν οι πασάδες Ενβέρ, Τζεμάλ και Ταλαάτ (πρόσωπο κλειδί στο μηχανισμό των γενοκτονιών). Τις τάξεις της επιτροπής πύκνωναν ήδη από την ίδρυσή της ντονμέδες και Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, ενώ η μασονική στοά «Αναστημένη Μακεδονία» χρησίμευσε αρχικά ως τόπος των συνωμοτικών συγκεντρώσεών τους, αφού οι ιτιχατιστές της μακεδονικής πρωτεύουσας ήταν, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, ελευθεροτέκτονες.

Δεν είναι στις προθέσεις μου να ενδιατρίψω στην προσωπογραφία των Νεοτούρκων· σημειώνω όμως με έμφαση ότι οι άνθρωποι αυτοί, μολονότι ύψωσαν με πάθος το λάβαρο του φιλελευθερισμού, επρόκειτο στην πραγματικότητα να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν με μαθηματικές μεθόδους την πρώτη τριπλή γενοκτονία του 20ου αιώνα. Γιατί -και τούτο ίσως να μην είναι ευρέως γνωστό- ο πρώτος μελετητής που εισηγήθηκε την χρήση του όρου «γενοκτονία» προς δήλωση τέτοιου είδους εγκλημάτων, ο Εβραιοπολωνός καθηγητής Ράφαελ Λέμκιν, διασάφησε το περιεχόμενο του όρου με βάση κυρίως τη μοίρα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας! 

Ο Τούρκος ιστορικός Χικμέτ Μπαγιούρ σημείωνε: «ελάχιστα κινήματα στον κόσμο εξέθρεψαν τόσες ελπίδες  όσο η οθωμανική συνταγματική επανάσταση· επίσης, ελάχιστα κινήματα είδαν τις ελπίδες τους να εξανεμίζονται τόσο γρήγορα και τόσο ολοκληρωτικά». Αν μου επιτρέπεται να παραφράσω την ως άνω απόφανση θα έλεγα ότι ίσως ποτέ άλλοτε στην ιστορία του δυτικού ημισφαιρίου η σημαία των συνταγματικών ελευθεριών και της ισοπολιτείας δεν συγκάλυψαν την πραγματική φύση ενός καθεστώτος του οποίου οι απαρχές υπήρξαν τουλάχιστον σκοτεινές και η κατάληξη σήμανε -αλίμονο- την διάπραξη της πρώτης τριπλής γενοκτονίας του 20ου αιώνα, αυτής των Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυροχαλδαίων της Μικράς Ασίας.[2]

Ως εκ της φύσεως της παρούσας γραφής θα αποφύγω τη λεπτομερή έκθεση των σύνθετων διεργασιών, των ιστορικών γεγονότων και των πολυάριθμων προσώπων που συνθέτουν την ιστορία των απαρχών της οργάνωσης των Νεοτούρκων ιτιχατιστών, της συνωμοτικής δράσης της, της συνταγματικής «επανάστασης» που  προκάλεσε το 1908 και της άσκησης της εξουσίας της στα επόμενα χρόνια. Με ενδιαφέρει περισσότερο να υποδείξω τα ανοικτά ερωτήματα γύρω από τη φύση της νεοτουρκικής εξουσίας και τους πραγματικούς σκοπούς που επεδίωξε, με αποκορύφωμα την γενοκτονική εκκαθάριση της Μ. Ασίας από τους χριστιανικούς πληθυσμούς της· και τούτο θα το επιχειρήσω από μια ειδική οπτική γωνία, αυτή της δράσης μυστικών εταιριών και πρακτόρων, με τους οποίους έμμεσα ή άμεσα συνδέθηκαν οι Νεότουρκοι.
Εννοώ με αυτό δύο κυρίως πράγματα: Εννοώ πρώτον, το γεγονός ότι η νεοτουρκική ΕΕΠ συστήθηκε εξ αρχής, αλλά και άσκησε την εξουσία την πρώτη περίοδο που ακολούθησε την επανάσταση του 1908 ως απολύτως μυστική οργάνωση με μυστικιστικό τελετουργικό μύησης, ενώ κι όταν ακόμα μετασχηματίστηκε σε πολιτικό κόμμα με δημόσια διαπιστευτήρια μέλη των νεοτουρκικών κυβερνήσεων, οι επικεφαλής του πυκνού κομματικού δικτύου της ανά την επικράτεια (δηλ. οι κομματάρχες της) και τέλος η διαβόητη «Ειδική οργάνωση», η ένοπλη δύναμη κρούσης που έκανε όλη την βρώμικη δουλειά για τους Ενωτικούς ηγήτορες, δεν έπαυσαν να δρουν με όρους συνωμοτικής μυστικότητας· εννοώ, δεύτερον, το αδιαμφισβήτητο αλλά πολλαπλώς ερμηνευόμενο δεδομένο ότι ήδη από την σύστασή της και τα πρώτα συνωμοτικά της βήματα η νεοτουρκική Επιτροπή Ενώσεως και Προόδου (ή αλλιώς οι ιτιχατιστές) συνδέονταν στενά με τον τεκτονισμό της Θεσσαλονίκης, ενώ ένας αριθμός Εβραίων ντονμέδων της συμπρωτεύουσας έπαιξαν ρόλο κλειδί  τόσο στη συγκρότηση όσο και τη δράση της.
 

Η παρούσα εισήγηση χωρίζεται ως εκ τούτου σε ένα κύριο μέρος και ένα συμπερασματικό σχόλιο. Στο κύριο μέρος ξεχωρίζω και πραγματεύομαι σε 6 υποενότητες μια σειρά από παραλείψεις ή παραποιήσεις (σκόπιμες ή αθέλητες δεν είναι της παρούσης να διαγνώσω) που εντόπισα στην σύγχρονη ιστοριογραφία (ελληνική και ξένη) σχετικά με πτυχές του νεοτουρκικού φαινομένου. Για τον σκοπό αυτό θα βασιστώ στα πλέον πρόσφατα ευρήματα της τουρκολογικής έρευνας. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί αφ’ ενός στην γενοκτονική δράση των Ενωτικών και αφ’ ετέρου στην συμβολή των μελών και των μεθόδων τους στην θεμελίωση της σύγχρονης Τουρκίας. Στο συμπερασματικό σχόλιο θα συνοψίσω τα προλεχθέντα υπό την μορφή αναστοχασμού επί του παρόντος και του μέλλοντος του σύγχρονου τουρκικού κράτους ιδωμένου μέσα από το μοιραίο ρίζωμά του στην καταγωγική μήτρα του, τον ακραίο νεοτουρκικό εθνικισμό. Πολλά ερωτήματα μπορεί να παραμείνουν τελικώς για πάντα αναπάντητα (τουλάχιστον εν μέρει), μας επιτρέπουν όμως να αντιληφθούμε τον τουλάχιστον ύποπτο χαρακτήρα αυτής, θα έλεγα, της «συνωμοσίας σιωπής» γύρω από το εγκληματικό αυτό καθεστώς, η οποία έχει εξυφανθεί και απλώνεται ακόμα και στην πατρίδα μας τόσο στους χώρους επιστημονικής προαγωγής της ιστορικής γνώσης (δηλ. τα Πανεπιστήμιά μας), όσο και ευρύτερα στην κοινή γνώμη.

1. Ιστοριογραφικά «κενά» - σύγχρονα πορίσματα
1  α. Η τριπλή γενοκτονία: η συνωμοσία της σιωπής
                                        

Όσον αφορά ειδικά την ελληνική ιστοριογραφική αποτίμηση της νεοτουρκικής περιόδου δεν θα επιμείνω ιδιαίτερα. Ασφαλώς και δεν παραγνωρίζω τις σημαντικές απόπειρες αντικειμενικής ερμηνείας του νεοτουρκικού φαινομένου. Όμως για να δείξω το πρόβλημα της «συνωμοσίας σιωπής» που ήδη υπόμνησα, θα σταθώ εδώ περισσότερο σε μια εκλαϊκευτική παρουσίαση των σχετικών γεγονότων από μεγαλόσχημους της καθ’ ημάς ιστορικής επιστήμης, η οποία γνώρισε προ ετών ευρεία διάδοση, καθώς συμπεριελήφθη σε μια πολύτομη ιστορική έκδοση με γενικό τίτλο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000 που εκδόθηκε από τα Ελληνικά Γράμματα και διανεμήθηκε στο ευρύ κοινό με τα φύλλα μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδας των Αθηνών. Στον έκτο τόμο του εν λόγω έργου δύο κεφάλαια πραγματεύονται την υπό εξέταση περίοδο. Το πρώτο εξ αυτών υπογράφεται από την Έλενα Φραγκάκη-Syrett και έχει τίτλο «Το κίνημα των Νεοτούρκων: οι συνέπειες για τον Ελληνισμό 1908-1918». Κατά την ταπεινή μου εκτίμηση το κείμενο αντιπροσωπεύει ένα κραυγαλέο σύμπτωμα της ουδετεριστικής θρησκείας της «πολιτικής ορθότητας», όπως την έχω αποκαλέσει σε άλλη γραφή μου, που δεσπόζει στα πανεπιστημιακά, και όχι μόνον, πράγματα της πατρίδας μας επιβάλλοντας στανικά το στρογγύλεμα των γωνιώσεων προς χάριν μια ψευδοειρηνιστικής παρουσίασης της Ιστορίας. Το ότι εν προκειμένω παρασιωπούνται εγκλήματα είτε -σε περίπτωση που αναφέρονται- υποβαθμίζεται η βαρύτητά τους μέσα από διανοητικούς φενακισμούς «καμουφλαρισμένους» υπό την μηλωτή της «επιστημονικής αντικειμενικότητας» δεν εκπλήσσει. Και τούτο γιατί είναι ευκόλως ερμηνεύσιμη η συνέπεια με την οποία η ως άνω ιστορικός αποφεύγει κάθε αναφορά στον χαρακτήρα της νεοτουρκικής Επιτροπής Ενώσεως και Προόδου ως μυστικής οργάνωσης στενά συνδεδεμένης με τον ελευθεροτεκτονισμό ή ξένους μυστικούς πράκτορες· είναι ομοίως αναμενόμενες ανακρίβειες, όπως η διαβεβαίωση ότι «ο ντόπιος πληθυσμός, άσχετα από την εθνοθρησκευτική προέλευσή του», υποστήριξε το κίνημα των Νεοτούρκων -ισχυρισμός που ειδικά ως προς τους  Έλληνες της Οθωμανίας είναι ασύστατος, όπως απέδειξε ο Σουκρού Χανίογλου,[3] σύμφωνα με τον οποίο οι Νεότουρκοι, αφού απέτυχαν να αποσπάσουν την ενεργό υποστήριξη όχι μόνον των ελληνικών προξενικών αρχών αλλά και της μεγάλης μάζας του ελληνικού πληθυσμού, κατέφυγαν στα συνήθη μέσα τους, τις τρομοκρατικές απειλές. Φρονώ όμως ότι είναι προσβλητικό της αξιοπρέπειας του ευρύτερου αναγνωστικού κοινού της χώρας μας αλλά και ταυτόχρονα ενδεικτικό του μεταπρατικού ραγιαδισμού μερίδας των Ελλήνων διανοουμένων της σήμερον το γεγονός ότι το μόνο που διαβάζουμε για την τραγική τύχη εκατομμυρίων Χριστιανών της Ανατολίας σε ένα κείμενο το οποίο ως εκ του τίτλου του υπόσχεται να μας διαφωτίσει για τις συνέπειες του κινήματος των Νεοτούρκων στον Ελληνισμό είναι: «Οι απομακρύνσεις χριστιανικών πληθυσμών από στρατηγικά ευαίσθητες περιοχές το 1914-1918 και οι διωγμοί εναντίον τους είχαν καταστρεπτικά αποτελέσματα τόσο για τον Ελληνισμό της Μ. Ασίας όσο και για τους Αρμενίους». Είναι πασίγνωστο σήμερα ότι οι Αρμένιοι δεν απομακρύνθηκαν μόνον από συνοριακές περιοχές της Ανατολίας που απειλούνταν από τους Ρώσους, αλλά και από άλλες της ενδοχώρας· το ίδιο ισχύει πολύ περισσότερο για τους Έλληνες των μικρασιατικών παραλίων. Επομένως ακόμα κι αν παραβλέψουμε το γεγονός ότι η ιστορικός μας μιλά για «απομακρύνσεις» και όχι για προσχεδιασμένη εξόντωση (για γενοκτονία βεβαίως ούτε λόγος!), η αιτία των τραγικών αυτών γεγονότων δεν πρέπει να αναζητηθεί στην αμυντική ανάγκη των Νεοτούρκων να εκκενώσουν από ύποπτα στοιχεία τις απειλούμενες συνοριακές περιοχές της αυτοκρατορίας, αλλά στην ειλημμένη απόφασή τους να εκτουρκίσουν βιαίως τον μείζονα οθωμανικό χώρο.

 Είναι ευχερώς αντιληπτό: Η άρνηση της γενοκτονίας των Ποντίων που εσχάτως εξήλθε εκ του «έρκους υπουργικών οδόντων», για να παραφράσω τον Όμηρο, δεν υπήρξε τυχαία· έχει τις ρίζες της στην μεταπολιτευτική μήτρα του ιστορικού και πολιτισμικού αναθεωρητισμού, από την οποία ξεπήδησε η μίζερη υποκουλτούρα της αρνησιπατρίας και το σιαμαίο αδελφάκι της, η απέχθεια προς οτιδήποτε συνεπάγεται  ιστορική ευθύνη και χρέος. Τούτος ο συλλογικός αυτοχειριασμός αποκαλείται ύπουλα «προοδευτικότητα»· όμως έχει τόση σχέση με την πρόοδο, όση ένας τυφλός με το φως του ήλιου ή ένας κλινήρης με τις επιδόσεις στο άλμα επί κοντώ του Σεργκέι Μπούμπκα… Η αποσιώπηση εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και ο εξωραϊσμός της ιστορικής κακοήθειας δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί «πρόοδος»· παντού και πάντα λειτουργεί ως μηχανισμός απενοχοποίησης των θυτών εις βάρος των αδικαίωτων θυμάτων της ιστορίας, μια συγκεκαλυμμένη, εν τέλει, αλλά δραστική απολογητική υπέρ των εκάστοτε ισχυρών και των ανομολόγητων επιδιώξεών τους.          

Ας έλθουμε τώρα στην ξενόγλωσση βιβλιογραφία επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον μας σε ένα βιβλίο σταθμό στην παλαιότερη τουρκολογική επιστήμη, που δημοσιεύθηκε το 1961 από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις της Οξφόρδης. Συγγραφέας του ο σημαντικός Βρετανός Τουρκολόγος Μπέρναρντ Λιούις, και τίτλος: Η ανάδυση της σύγχρονη Τουρκίας.[4] Ο Λιούις υπήρξε πρωτοπόρος ερευνητής, αλλά υπερβολικά φιλότουρκος. Η σχεδόν παρασιώπηση της γενοκτονικών κινήτρων των Νεοτούρκων ιτιχατιστών στο έργο του είναι ένα μόνον -αν και το πλέον οδυνηρό- από τα τεκμήρια που θεμελιώνουν τον ισχυρισμό μου.

Σε σχέση με το ζήτημα που μας απασχολεί, δεν θα περίμενε κανείς από τον Λιούις αποκαλύψεις για τον ρόλο του τεκτονισμού, του μπεκτασισμού, αλλά και του εβραϊκού παράγοντα στην πολιτική των Νεοτούρκων. Όμως ο τρόπος με τον οποίο επιχειρεί να διασκεδάσει τις όποιες σχετικές υποψίες παραβιάζει από μια στιγμή και πέρα στοιχειώδεις αρχές της επιστημονικής δεοντολογίας. Αφήνω κατά μέρος το γεγονός ότι σπεύδει ευθύς εξαρχής να δυσφημίσει όλες ανεξαιρέτως τις υποθέσεις για σκοτεινές διασυνδέσεις μελών της νεοτουρκικής επιτροπής με μυστικές εταιρείες ή ξένα κέντρα υποβιβάζοντάς τις στο επίπεδο «της συνωμοτικής αντίληψης της ιστορίας»· θα επιμείνω περισσότερο στην επιχειρηματολογία του κατά της άποψης που συνδέει την ΕΕΠ από φυλετικής απόψεως κυρίως με μη τουρκικά στοιχεία, από οργανωτικής-ιδεολογικής με την μασονία, και από θρησκευτικής με τους Εβραίους ντονμέδες. Ας δούμε όμως πιο λεπτομερώς τα επί μέρους ζητήματα:

1β. Το ζήτημα της εθνοτικής καταγωγής των Νεοτούρκων

Ο Λιούς κατ’ ουσίαν παρατρέχει το όντως αναμφισβήτητο γεγονός ότι τόσο οι ιδρυτικοί πατέρες της Εταιρείας Οθωμανικής Ενότητας, όσο και αργότερα πολλά από τα εξέχοντα στελέχη της ΕΕΠ ήταν μη τουρκικής καταγωγής.  Όμως η ενδελεχής χαρτογράφηση του εθνοτικού προφίλ τους που εκπόνησε ο Ολλανδός Τουρκολόγος Έρικ Ζύρχερ[5] δεν αφήνει πολλά περιθώρια αμφισβήτησης: «Ανάμεσα στους τέσσερις πρώτους ιδρυτές της επιτροπής οθωμανικής ενότητας, (1889) ένας ήταν Αλβανός, δύο Κούρδοι κι ένας Κιρκάσιος». Όσον αφορά τους πρωταγωνιστές της συνταγματικής επανάστασης του Ιουλίου του 1908, τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Συναφώς ο Σουαβί Αϋντίν γράφει,[6] ότι ενώ η πρώτη ομάδα του 1889 απαρτιζόταν από μη Τούρκους διανοούμενους, είχε ως πρότυπο τη Γαλλία και υποστήριζε τον οθωμανισμό, η δεύτερη ομάδα, αυτή της Θεσσαλονίκης του 1906 απαρτιζόταν όχι μόνον από Τούρκους αλλά και από Εβραίους ντονμέδες, είχε ως πρότυπο τη Γερμανία και υποστήριζε τον τουρκικό εθνισμό.  Ο Τσύρχερ και πάλι σημειώνει ότι τα 10 μέλη που συγκροτούσαν το σκληρό πυρήνα της μυστικής Επιτροπής Οθωμανικής Ελευθερίας (που θα μετονομασθεί λίγο αργότερα στη γνωστή μας ΕΕΠ) προέρχονταν από τα οθωμανοκρατούμενα Βαλκάνια. Να σημειώσω ότι ο Ταλαάτ πασάς, ιθύνων νους της αρμενικής γενοκτονίας, ήταν τσιγγάνος με καταγωγή από τα κεντρικά Βαλκάνια, αν και είχε γεννηθεί στην Αδριανούπολη. Παρόμοια εικόνα διαμορφώνει κανείς αν δει και τους 21 αξιωματικούς του στρατού που ενεπλάκησαν στην μυστική Εταιρεία Ενώσεως και Προόδου: 19 εξ αυτών κατάγονταν από τις βαλκανικές επαρχίες της αυτοκρατορίας και την πρωτεύουσα, και μόνον ένας από τα βάθη της Ανατολίας. Τέλος, στην Ειδική οργάνωση (την διαβόητη Τεχσιλάτ ι μαχσουσά), την παραστρατιωτική μυστική ομάδα που αναλάμβανε δολοφονικές επιθέσεις εναντίον αντιφρονούντων και ουσιαστικά διεκπεραίωσε το γενοκτονικό σχέδιο της ΕΕΠ για τους Αρμενίους εκπλήσσει η μεγάλη συμμετοχή Κιρκασίων, μελών δηλ. της καυκασιανής αυτής εθνοτικής ομάδας που κατάγονταν από τους Κιρκάσιους που είχαν εγκατασταθεί ως πρόσφυγες στην Οθωμανική αυτοκρατορία παλαιότερα.


1γ. Νεότουρκοι, Ελευθεροτεκτονισμός, Μπεκτασήδες


Ο Γερμανός αξιωματικός φον Ζάντερς,
συνεργάτης των Νεοτούρκων
Ας δούμε και την σχέση της ΕΕΠ με τους Μασόνους. Ο Μπ. Λιούις, στηριζόμενος σε μια μαρτυρία του Εμπυζιγιά Τεβφίκ, αποδίδει το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι ελευθεροτεκτονικές στοές αποτέλεσαν χώρους συνεδριάσεων της ΕΕΠ στην  ανάγκη των Νεοτούρκων για απόλυτη μυστικότητα. Τα πράγματα όμως δεν είναι απολύτως έτσι.   

Ο Καθηγητής Ι. Μάζης, βασιζόμενος σε αδιάσειστες μαρτυρίες, βεβαιώνει ότι «πλήθος μελών των οργανώσεως Ένωση και Πρόοδος ήταν ταυτοχρόνως μέλη του ελευθεροτεκτονικού τάγματος και του τάγματος των μπεκτασήδων».[7] Επιπλέον υπογραμμίζεται το κοινό ιδεολογικό έδαφος που συνέδεε τους ιτιχατιστές με τους μασόνους, εφ’ όσον αμφότερες οι ομάδες συμμερίζονταν την ανάγκη εισαγωγής φιλελεύθερων θεσμών τύπου Γαλλικής Επανάστασης, που θα εξασφάλιζαν συνθήκες ισοπολιτείας μετά την ανατροπή του σουλτανικού δεσποτισμού. Να θυμίσουμε εδώ ότι από τις πρώτες ημέρες της νεοτουρκικής επανάστασης του 1908 η Γαλλική Επανάσταση αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τα συνθήματα περί ελευθερίας, δικαιοσύνης και αδελφότητας που δέσποζαν στους δημόσιους χώρους. Όμως οι Νεότουρκοι φαίνεται πως είχαν μια ουσιαστικότερη εξοικείωση με τη γαλλική επαναστατική παράδοση και μάλιστα τον σκληρό της πυρήνα, τον ιακωβινισμό. Τούτο τουλάχιστον υποστηρίζει ο Φερόζ Αχμάντ,[8] ο οποίος υποδεικνύει τις αντίστοιχες πρακτικές των Ιακωβίνων ως πρότυπο των μαζικών κινητοποιήσεων αστικών πληθυσμών για πολιτικούς σκοπούς που οργάνωναν οι Νεότουρκοι.

Μάλιστα ο ελευθεροτεκτονισμός δεν επηρέασε για πρώτη φορά στις αρχές του 20ου αιώνα φορείς φιλελεύθερων ιδεών στην Οθωμανία. Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1860 ο ελευθεροτεκτονισμός παρείχε αμέριστη στήριξη στη δράση των λεγομένων Νέων Οθωμανών, μιας ομάδας φιλελεύθερων μεταρρυθμιστών που επεδίωξαν και για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα απέσπασαν από τον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίντ την παραχώρηση του πρώτου οθωμανικού συντάγματος το 1876. Ο Μάζης εικάζει ότι ιμάντας μεταφοράς των μασονικών επιρροών από τους φιλελεύθερους του 19ου αιώνα στους Νεότουρκους της ΕΕΠ των αρχών του 20ου υπήρξε ο Έλληνας μεγαλοτραπεζίτης της Πόλης και Σεβάσμιος διδάσκαλος της ελληνόφωνης στοάς «Πρόοδος» της Κωνσταντινούπολης, Κλεάνθης Σκαλιέρης.

Δεν μπορεί να ισχυρισθεί κανείς με βεβαιότητα κάτι τέτοιο· όμως είναι απολύτως τεκμηριωμένος ο καθοριστικός ρόλος που διαδραμάτισε την δεκαετία του 1870 ο Σκαλιέρης στην προώθηση ενός σχεδίου σύμπηξης μιας ελληνο-οθωμανικής συνομοσπονδίας.[9] Ο Σκαλιέρης είχε μυήσει το 1872 στη μασονική στοά «Πρόοδος» τον διάδοχο του οθωμανικού θρόνου Μουράτ,  (καθώς και μέλη της οικογένειάς του). Ο Μουράτ επρόκειτο να ανέλθει στον θρόνο το Μάιο του 1876 με τη βοήθεια της ομάδας των φιλελευθέρων γύρω από τον Μιντάτ πασά και των ελευθεροτεκτόνων «αδελφών» του, για να ανατραπεί έπειτα από περίπου τρεις μήνες από τους συντηρητικούς, οι οποίοι με τον τρόπο αυτό ματαίωσαν τις επιδιώξεις του Σκαλιέρη και των ελευθεροτεκτόνων για δημιουργία μεγάλης ελληνοτουρκικής συνομοσπονδίας. Μαζί τερμάτισαν και το πρώτο συνταγματικό πείραμα στην Οθωμανία. Ο Ακαδημαϊκός Κ. Σβολόπουλος, που μελέτησε ειδικά τη  μύηση του Μουράτ στον μασονισμό από τον Σκαλιέρη, ενώ αρνείται να συμπεράνει την ύπαρξη ενός καλά οργανωμένου σχεδίου πίσω από τις εξελίξεις αυτές, εν τούτοις θεωρεί βέβαιη τη σύμπτωση των ιδεολογικών προσανατολισμών μεταξύ του Κλ. Σκαλιέρη, των Οθωμανών φιλελευθέρων «αδελφών» του στις στοές, και των δυτικών κυβερνήσεων, ιδίως της Αγγλίας και της Γαλλίας.

Επομένως ακόμα κι αν δεν ήταν ο Σκαλιέρης ο συνδετικός κρίκος μεταξύ του ελευθεροτεκτονισμού των φιλελευθέρων Οθωμανών του 19ου αιώνα και των Νεοτούρκων, σε κάθε περίπτωση πρέπει να θεωρηθεί πιστοποιημένο το ενδιαφέρον του ελευθεροτεκτονισμού για τον φιλελεύθερο εκσυγχρονισμό της Οθωμανίας μέσω της υιοθέτησης συνταγματικών θεσμών κατά το πρότυπο της Γαλλικής Επανάστασης. Συνεπώς η χρήση των μασονικών στοών από τους Νεότουρκους δεν μπορεί να αποδοθεί μόνον στην ανάγκη να διασφαλίσουν την απόλυτη μυστικότητα της δράσης τους. Η κοινή ιδεολογική συνιστώσα, καθώς και η σύγκληση βασικών πολιτικών επιδιώξεων θα πρέπει να θεωρηθεί βέβαιη. Επιπλέον επιτρέπεται να πιθανολογηθεί μια ακόμη υπόθεση: Ο Ι. Μάζης λαμβάνοντας υπ’ όψη του πληθύ στοιχείων που τεκμηριώνουν τη στενότατη διασύνδεση που υφίστατο μεταξύ του ελευθεροτεκτονισμού, του ετερόδοξου ισλαμικού τάγματος των μπεκτασήδων και των φιλελεύθερων εθνικιστικών κύκλων στην Οθωμανία θεωρεί βέβαιο –αν και μη αποδείξιμο- ότι η λειτουργία των δύο «Ταγμάτων (μπεκτασικού και τεκτονικού) συνειδητώς ή ασυνειδήτως οδήγησε στην πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και στην διανομή των ιματίων του Μεγάλου Ασθενούς».[10]


1δ. Νεότουρκοι, Εβραίοι και ντονμέδες

Όμως ο Μπ. Λιούις προδήλως εκτίθεται και πάλι, όταν στην προσπάθειά του να υποβαθμίσει τον ρόλο Εβραίων ή ντονμέδων στην Επιτροπή  Ενώσεως και Προόδου παρασιωπά ή διαστρέφει (σκόπιμα ή μη δεν είναι στις προθέσεις μου να εικάσω) συγκεκριμένα στοιχεία: Δεν είναι ακριβές, για παράδειγμα, ότι ο Εμμανουέλε Καράσσο, ο εβραϊκής καταγωγής δικηγόρος Θεσσαλονίκης και ηγετικό μέλος της ιταλικής μασονικής στοάς που είχε ιδρυθεί από το 1864 με την ονομασία Macedonia, και μετονομάσθηκε το 1901 σε Macedonia risorta, έπαιξε δευτερεύοντα ρόλο στην οργάνωση. Κάτι τέτοιο ισχύει σίγουρα στην περίπτωση ενός άλλου Νεότουρκου, του Τεκίν Αλπ, ενός Εβραίου από τις Σέρρες που το πραγματικό του όνομα ήταν Μωυσής Κοέν, ο οποίος αν και δημοσίευσε ένα πολύκροτο κείμενο με τον τίτλο Τουρκισμός και Παντουρκισμός προπαγανδίζοντας την παντουρκική ιδεολογία, εντούτοις δεν απέκτησε ποτέ ιδιαίτερη επιρροή στους ενωτικούς κύκλους.[11]

Με τον Καράσσο όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά: Κατ’ αρχάς εικάζεται ότι υπήρξε χρηματοδότης της μυστικής οργάνωσης των Νεοτούρκων, ήταν δε ο ιδιοκτήτης της ιδιωτικής βίλας της Θεσσαλονίκης στην οποία οι Ιτιχατιστές φυλάκισαν τον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίντ αμέσως μετά την εκθρόνισή του τον Απρίλιο του 1909! Σε κάθε περίπτωση είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο Καράσσο είχε μετατρέψει την στοά της Θεσσαλονίκης σε παράρτημα της ΕΕΠ. Ακόμα πιο ξεκάθαρα: Όπως μας πληροφορεί ο μετέπειτα «Σεβάσμιος» της στοάς, (Μ. Λεβύ), η Macedonia risorta μετατράπηκε σε μια επαναστατική οργάνωση χάρη στην αγαστή συνεργασία του «Σεβασμίου» Ιταλοεβραίου δικηγόρου (του Καράσσο) και τριών τεκτόνων, οι οποίοι ήταν απολύτως αποφασισμένοι να συμμετάσχουν στις εργασίες της στοάς και ζητούσαν βοήθεια «εναντίον των ολοένα και περισσότερο αυξανομένων διώξεων εις βάρος των διανοουμένων» της αυτοκρατορίας. Οι τρεις αυτοί τέκτονες ήταν ο προαναφερθείς Ταλαάτ, μετέπειτα διαβόητος μακελάρης των Αρμενίων, και οι Μιντχάτ Σουκρού και Ραχμί μπέι.[12] Η εν λόγω προσχώρηση έλαβε χώρα το 1903, δηλ. τρία χρόνια προ της ιδρύσεως της νεοτουρκικής μυστικής Εταιρείας Οθωμανικής Ελευθερίας (που θα μετονομασθεί σε ΕΕΠ). Επομένως είναι παντελώς αθεμελίωτοι οι ισχυρισμοί που επιδιώκουν να αποδώσουν τις σχέσεις των Νεοτούρκων με τους ελευθεροτέκτονες σε μια προσωρινή πιεστική ανάγκη για κάλυψη.[13] Η αλήθεια είναι ότι το κίνημα που έμελε να οδηγήσει στον διαμελισμό της Οθωμανίας, την εξόντωση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Χριστιανών της Ανατολίας και εν συνεχεία, μέσω αναπόφευκτων μεταλλάξεων υπαγορευμένων από την ήττα του Α΄ ΠΠ. και την ξένη κατοχή, στο κεμαλικό κίνημα αντίστασης, ξεπήδησε από τον ελευθεροτεκτονισμό της Θεσσαλονίκης, και πιο συγκεκριμένα από μια στοά η οποία μετατράπηκε σταδιακά σε επαναστατική οργάνωση.

Είναι ομοίως ανακριβής ο ισχυρισμός του Λιούις ότι ο Τσαβίτ μπέι, ένας άλλος μείζων παράγων της ΕΕΠ δεν ήταν «πραγματικός Εβραίος» (sic), επειδή στην πραγματικότητα ήταν ντονμέ και μάλιστα ο μόνος που υπό την ιδιότητα αυτή ανήλθε υψηλά στην ιεραρχία της οργάνωσης. Ο Τσαβίτ ήταν πράγματι ντονμέ. Αυτό σημαίνει ότι ήταν μέλος της κοινότητας των εβραϊκής καταγωγής Οθωμανών, οι οποίοι αν και είχαν μεταστραφεί στο Ισλάμ, εντούτοις εξακολουθούσαν εν κρυπτώ και παραβύστω να πιστεύουν στον Ιουδαϊσμό με τη μόνη διαφορά ότι αποδέχονταν ως Μεσσία τον Σαμπατάι Τσεβί, μια τυχοδιωκτική φιγούρα του 17ου αιώνα, που αφού ξεσήκωσε κύματα μεσσιανικού ενθουσιασμού σε πολυάριθμους ομοφύλους του, εξισλαμίστηκε τελικώς για να αποφύγει το μοιραίο με το οποίο ήλθε αντιμέτωπος όταν οι οθωμανικές αρχές ασχολήθηκαν με την περίπτωσή του.[14] Τούτο σημαίνει λοιπόν ότι ο ισχυρισμός του Λιούις σύμφωνα με τον οποίο ο Τσαβίτ δεν ήταν «πραγματικός Εβραίος» στερείται σοβαρότητας: Ήταν φυλετικά Εβραίος, αλλά μέλος μιας κοινότητας που μόνον εξωτερικώς είχε εξισλαμιστεί, και της οποίας τα μέλη γι’ αυτό το λόγο αποκαλούνται ορθά από τον Γιόαχιμ Πριντς, ως «μυστικοί Ιουδαίοι» (Secret Jews).

Επιπλέον ο Τσαβίτ δεν ήταν μόνος· ένας άλλος ομοϊδεάτης του, δηλ. ντονμέ, συμμετείχε ενεργά στην δημιουργία επαναστατικών νεοτουρκικών πυρήνων ήδη από πολύ νωρίς (από τα χρόνια της στρατιωτικής του υπηρεσίας στη Δαμασκό, οπότε και ίδρυσε την μυστική Οργάνωση Πατρίδας και Ελευθερίας) και μετά το 1918 επρόκειτο να αναβιώσει τον τουρκικό εθνικισμό της ΕΕΠ με την μορφή πολέμου για την ανεξαρτησία της τουρκικής πατρίδας. Το όνομά του είναι Μουσταφά Κεμάλ. Αν πιστέψουμε τον ραβίνο Γιόαχιμ Πριντς, ο Κεμάλ υπήρξε φλογερός ντονμέ.[15] Ο Πριντς δε δεν είναι τυχαίος: Διετέλεσε πρόεδρος του Αμερικανικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου, γι’ αυτό και μαρτυρία του δεν μπορεί εύκολα να αμφισβητηθεί. Και όσο κι αν είναι οπωσδήποτε υπερβολικός ο ισχυρισμός του, ότι οι ιτιχατιστές υπουργοί στα υπουργικά συμβούλιά τους προσεύχονταν μόνον τυπικά στον Αλλάχ, ενώ εσωτερικώς όμνυαν πίστη στο Μεσσία τους Σαμπαθάι Τσεβί, άλλο τόσο υπερβολική είναι σπουδή του Λιούις να ελαχιστοποιήσει μέχρι εκμηδενισμού τη μασονική, εβραϊκή και ντονμέ συνιστώσα του νεοτουρκικού κινήματος.   

Εξάλλου, η πρόταση του Λιούις, ότι «δεν υπάρχει καμία ένδειξη στην πλούσια τουρκική βιβλιογραφία γύρω από τους Νεότουρκους ότι οι Εβραίοι διαδραμάτισαν κάποιο κομβικό ρόλο στα συμβούλιά τους είτε πριν είτε μετά την Επανάσταση», τον εκθέτει επιστημονικά. Τέτοιου είδους πληροφορίες, αν υποτεθεί ότι υπήρξαν, δεν θα περίμενε κανείς να τις αντλήσει από τη σύγχρονη τουρκική ιστοριογραφία. Πρόκειται προφανώς για συνεδριάσεις μιας μυστικής οργάνωσης, οι οποίες φυσιολογικά θα καλύπτονταν από αδιαπέραστο πέπλο εχεμύθειας και μυστικότητας. Ας μην διαφεύγει, εξάλλου της προσοχής μας το ακραιφνώς μυστικιστικό τελετουργικό μύησης των μελών στην Εταιρεία: Ο προσήλυτος αγόταν από έναν «οδηγό» σε έναν σπίτι νύκτα, ακολουθούσε ανάκρισή του από τρία άτομα που φορούσαν μάσκα και μασονικού τύπου τήβεννο, ενώ αμέσως μετά, το νεοεισερχόμενο μέλος ορκιζόταν αφοσίωση στην Εταιρεία και σιωπή επί ποινή θανάτου ενώπιον του κορανίου κι ενός περιστρόφου.[16] Η τελετουργία αυτή με τον ξεκάθαρο θρησκευτικό επιχρωματισμό και τις πρόδηλες ομοιότητές της με άλλες παλαιότερες ή σύγχρονες μυστικές εταιρείες, όπως οι Ιταλοί Καρμπονάροι του 19ου αιώνα ή δική μας Φιλική Εταιρεία, θα πρέπει να χαρασσόταν βαθιά στη συνείδηση των μυημένων ως μια αλησμόνητη υπαρξιακή εμπειρία, αν κρίνουμε από τα απομνημονεύματα των ίδιων των ιτιχατιστών. Είναι ευνόητο επομένως ότι η προσδοκία άντλησης πληροφοριών για τα interna corporis των Νεοτούρκων μέσα από έργα σύγχρονων Τούρκων ιστορικών ή ακόμα και από προσωπικές μαρτυρίες μελών τους, αποτελεί ψευδαίσθηση. Είναι σαν να περπατάς σε ένα θεοσκότεινο δωμάτιο και να φαντάζεσαι ότι δεν θα σκοντάψεις στα έπιπλα, μόνον και μόνον επειδή θα φορέσεις τα… γυαλιά σου. Η μόνη πιθανώς αποκαλυπτική πηγή θα ήταν τα αρχεία της Επιτροπής Ενώσεως και Προόδου· όπως όμως μας πληροφορεί ο Τανέρ Ακτσάμ, τα αρχεία τόσο της Επιτροπής όσο και αυτά της ειδικής τρομοκρατικής οργάνωσης που διέθετε καταστράφηκαν.[17]


1ε. Η περίπτωση Πάρβους

Μια υποπερίπτωση, διόλου ευκαταφρόνητη, της σχέσης των Νεoτούρκων της ΕΕΠ με το εβραϊκό στοιχείο αποτελεί η διασύνδεσή τους με τον Πάρβους. Ποιος ήταν όμως ο Πάρβους ή  Αλεξάντερ Λαζάρεβιτς Χέλφαντ, όπως ήταν το πραγματικό όνομά του;

Αν μου ζητούσαν να υποδείξω το πρόσωπο εκείνο που μολονότι κινήθηκε στο παρασκήνιο σβήνοντας επιμελώς κάθε βιογραφικό ίχνος του, εντούτοις επηρέασε ίσως περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο την ιστορία του 20ου αιώνα, θα υποδείκνυα χωρίς δισταγμό τον Πάρβους. Γεννημένος το 1867 σε ένα χωριό της Λευκορωσίας ο εβραϊκής καταγωγής τυχοδιώκτης Αλεξάντερ Λαζάρεβιτς τάχθηκε ολοκληρωτικά στην προετοιμασία σοσιαλιστικής επανάστασης που θα γκρέμιζε ό, τι πιο μισητό είχε στη ζωή του, την τσαρική Ρωσία. Προς επιτυχία του σκοπού αυτού ο Πάρβους υποδύθηκε με άφταστη επιτυχία μια σειρά ρόλων αλλάζοντας κατά τις περιστάσεις προσωπεία, τόπους δράσης και μέσα, με την ευκολία που μόνο ένας ζογκλέρ διαθέτει όταν εντυπωσιάζει με τα «μαγικά» του: Θεωρητικός του ορθόδοξου Μαρξισμού, που συνέβαλε στην καλλιέργεια της μαρξιστικής σκέψης, επαναστατικός αγκιτάτορας που εκινείτο με άνεση ανάμεσα στα μαρξιστικά σοσιαλιστικά κόμματα της Ευρώπης, πρωταγωνιστής μαζί με τον Τρότσκι της πρώτης αλλά αποτυχημένης ρωσικής επανάστασης του 1905, πάμφτωχος δημοσιογράφος σοσιαλιστικών εφημερίδων αλλά και πάμπλουτος, στην συνέχεια, επιχειρηματίας στην Κωνσταντινούπολη, όπου έδρασε ως τροφοδότης του οθωμανικού στρατού με σιτηρά αλλά και δημοσιογράφος-χρηματοδότης μιας από τις κυριότερες νεοτουρκικές εφημερίδες, ο Πάρβους υπήρξε τελικώς ο άνθρωπος που ως πράκτορας της αυτοκρατορικής Γερμανίας συνέβαλε τα μέγιστα στη χρηματοδότηση των Μπολσεβίκων και τελικώς εξασφάλισε την επιστροφή στη Ρωσία μέσω Γερμανίας του Λένιν με το περίφημο «σφραγισμένο τραίνο».[18]

Όμως ο άνθρωπος για τον οποίο προσφυώς ειπώθηκε ότι αν δεν υπήρχε, ο Λένιν δεν θα είχε έλθει ποτέ στην εξουσία στη Ρωσία, ήταν ακριβώς εκείνος που υπαγόρευσε μέσα από τα οικονομικά άρθρα που δημοσίευε στην Τουρκ Γιουρντού την πολιτική εθνικοποίησης του οθωμανικής οικονομίας με τη μορφή τουρκοποίησης των επιχειρήσεων και δημιουργίας μιας γηγενούς αστικής τάξης τουρκικής προέλευσης. Ειρήσθω εν παρόδω ότι η εφημερίδα Τουρκ Γιουρντού είχε ιδρυθεί από τον παντουρκιστή Γιουσούφ Ακτσουρά (Τούρκος από τη Ρωσία) και ήταν το δημοσιογραφικό όργανο ενός δικτύου λεσχών με τον όνομα Τουρκικές Εστίες (Τουρκ Οτζακλαρί), το οποίο οργάνωσαν οι Νεότουρκοι ως ιδεολογικό φορέα διάδοσης του παντουρκισμού.[19] Εφαρμόζοντας λοιπόν την πολιτική του οικονομικού εθνικισμού που εισηγείτο ο μαρξιστής Πάρβους οι Νεότουρκοι άρχισαν να εκπαιδεύουν στελέχη επιχειρήσεων, οι δε υποψήφιοι αναζητήθηκαν μεταξύ των μουσουλμάνων εμπόρων στις επαρχιακές πόλεις, στις συντεχνίες και αλλού. Ενθαρρύνθηκε έτσι η δημιουργία μιας τουρκικής αστικής τάξης μέσα από συνθήκες που, λόγω του πολέμου, ευνοούσε την συσσώρευση πλούτου μέσω κερδοσκοπίας.

Το τραγικό στοιχείο εν προκειμένω, το οποίο αγνοούν οι πολλοί και μάλλον παρατρέχουν οι ειδικοί (παραβλεπομένων λαμπρών εξαιρέσεων βεβαίως) είναι ότι στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής εγγράφεται η συστηματική κατατρομοκράτηση Ελλήνων επιχειρηματιών και εμπόρων των δυτικών μικρασιατικών παραλίων από την εγκληματική παραστρατιωτική οργάνωση των Νεοτούρκων, την φοβερή Τεσχιλάτ ι μαχσουσά[20] (ένα είδος Γκεστάπο των Ενωτικών, θα τολμούσα να πω). Αποτέλεσμα αυτού υπήρξε η εκδίωξη μόνον μέσα στο 1914 (και πριν αρχίσει ο Α΄ ΠΠ) 150.000 Ελλήνων, που διέφυγαν στην Ελλάδα αφήνοντας τις επιχειρήσεις τους στο έλεος εγκαθέτων της νεοτουρκικής εξουσίας.

Κοντολογίς, βρίσκεται πέραν πάσης αμφιβολίας το γεγονός ότι η «εθνική οικονομική πολιτική» των Ενωτικών δικτατόρων, που εγκαινίασε την πρώτη φάση των διωγμών εναντίον των χριστιανικών πληθυσμών, υπαγορεύτηκε από τον Ρωσοεβραίο έμπορo της επανάστασης Αλεξάντερ Λαζάρεβιτς Χέλφαντ ή Πάρβους, τις οικονομικές εισηγήσεις του οποίου δεν δίστασαν να υιοθετήσουν οι Ενωτικοί ως μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου εκτουρκισμού (τόσο οικονομικού όσο και φυλετικού) της Μικράς Ασίας.

Όμως ο Πάρβους δεν αρκέστηκε στο ρόλο του οικονομικού μέντορα των Νεοτούρκων: Εκμεταλλευόμενος τις διασυνδέσεις του με την αυτοκρατορική Γερμανία, στην υπηρεσία  της οποίας θα θέσει στη συνέχεια τον εαυτό του ως πράκτορας, ίσως δε και τις επαφές του με τον διασημότερο έμπορο όπλων της εποχής, τον ελληνικής καταγωγής σερ Μπέιζιλ Ζαχάροφ (ο οποίος εκπροσωπούσε τα συμφέροντα της βρετανικής Βίκερς), ο Πάρβους φρόντισε να εφοδιάσει ταχύτατα την οθωμανική αυτοκρατορία με τον απαραίτητο πολεμικό εξοπλισμό αλλά και να εξασφαλίσει στον στρατό της την αναγκαία τροφοδοσία, ώστε οι Νεότουρκοι να εισέλθουν στον μεγάλο Πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας[21]. Παράλληλα βέβαια διοχέτευε πολεμικό εξοπλισμό και στα βαλκανικά κράτη, ενώ ο ίδιος μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια είχε μετατραπεί από ξυπόλυτο δημοσιογραφίσκο σε επικεφαλής μιας οικονομικής αυτοκρατορίας στην οποία ανήκαν ακόμα και τράπεζες. Οι ειδικοί βιογράφοι του Πάρβους, Ζέμαν και Σάρλαου, διατυπώνουν την άποψη ότι η Οθωμανία των Νεοτούρκων δεν θα εισερχόταν τόσο γρήγορα στον Α΄ΠΠ αν ο Πάρβους δεν είχε μεριμνήσει γι’ αυτό με τον τρόπο που περιγράψαμε….       


1στ. Η σχέση του κεμαλισμού με τους Νεότουρκους: Τα τρία πρωταρχικά αίτια δημιουργίας και άνδρωσης του κεμαλικού κινήματος

Σε αντίθεση με ό, τι μέχρι πρότινος γινόταν ευρέως αποδεκτό, οι έρευνες γύρω από την εγκληματική δράση του νεοτουρκικού κομιτάτου, ιδίως κατά την περίοδο 1915-1918, φέρνουν στην επιφάνεια άγνωστες ή δυσδιάκριτες πτυχές του κεμαλισμού.

Έτσι, εκτός από την συμμαχική κατοχή τμημάτων της Οθωμανίας μετά την ήττα της στον Α΄ Π.Π. που ερέθισε τον τουρκικό πατριωτισμό και ώθησε τον Κεμάλ και τμήματα των αγροτικών τουρκικών πληθυσμών της Ανατολίας να εκδιώξουν ενόπλως από την πατρίδα τους τα ξένα στρατεύματα ανατρέποντας στην πράξη τη συνθήκη των Σεβρών, δύο ακόμα δεδομένα έρχονται να φωτίσουν από άλλη οπτική γωνία τη φύση του αντιστασιακού κινήματος που εκδιπλώθηκε από το 1919 και εντεύθεν υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ. Να επισημάνω στο σημείο αυτό ότι ο Κεμάλ ήταν ο σημαντικότερος από τους ηγέτες της νεοτουρκικής περιόδου που είχε απομείνει στην Τουρκία, εφόσον η τριανδρία των Ενβέρ, Ταλαάτ, και Τζεμάλ είχε διαφύγει με Γερμανικό υποβρύχιο στο εξωτερικό και άλλα περίπου 100 μέλη της ΕΕΠ είχαν εκτοπιστεί από τους νικητές συμμάχους στη Μάλτα. Το πρώτο στοιχείο αφορά την δημογραφική και κοινωνική σύνθεση της βάσης του κεμαλισμού: Όπως έδειξε ο Φουάντ Ντουντάρ, ο κεμαλικός «πατριωτισμός» αποτελεί, τουλάχιστον από μια άποψη, ιστορικό μύθο.
Στην περίπτωση του Ατατούρκ, με άλλα λόγια δεν έχουμε να κάνουμε με έναν προοδευτικό ηγέτη, επικεφαλής ενός γηγενούς κινήματος Τούρκων αγροτών, που αγωνίστηκαν και πέτυχαν την απελευθέρωση της πατρίδας τους από τις ξένες δυνάμεις κατοχής. Η άποψη αυτή όσο κι αν ενέχει πυρήνα αληθείας, αποβαίνει ρομαντικό ψεύδος αν απολυτοποιηθεί. Ο Ντουντάρ, αντιθέτως, προβαίνει στον βαρυσήμαντο ισχυρισμό ότι ένας από τους παράγοντες γένεσης του κεμαλικού κινήματος ήταν το ζήτημα της επιστροφής των Ελλήνων στις εστίες τους. Τούτο σημαίνει ότι τη βάση του κεμαλισμού συγκρότησαν μουσουλμάνοι πρόσφυγες από περιοχές της Οθωμανίας που είχαν ανακτηθεί από τα χριστιανικά έθνη των Βαλκανίων. Οι πρόσφυγες αυτοί είχαν εγκατασταθεί από τους Νεότουρκους στις ιδιοκτησίες των Ελλήνων και των άλλων Χριστιανών· ο τρόμος έναντι του ενδεχομένου να καταστούν για δεύτερη φορά πρόσφυγες σε περίπτωση επιστροφής των νομίμων ιδιοκτητών ήταν μόνιμος σύντροφός τους. Θυμάμαι εδώ τον Δημοσθένη, ο οποίος είχε σοφά πει: «φύσει τὰ τῶν ἁπόντων τοῖς παροῦσι ὑπάρχει» (δηλ. Η ιδιοκτησία αυτών που απουσιάζουν περιέρχεται φυσικά σε αυτούς που παραμένουν). Λοιπόν ο κεμαλισμός φρόντισε ώστε οι Έλληνες να απουσιάσουν για πάντα από τις πανάρχαιες εστίες τους…. με τα γνωστά επακόλουθα. 

Το δεύτερο δομικό χαρακτηριστικό του κεμαλισμού αναδύεται μέσα από την αναγνώριση του εγκληματικού χαρακτήρα της πολιτικής των εθνοτήτων που εφάρμοσαν συνειδητά οι Ενωτικοί, αποτυπώνεται έκγλυφα στην απόφανση του Τανέρ Ακτσάμ,[22]  και αφορά το μεσαίο και ανώτερο στελεχικό δυναμικό του κεμαλισμού: Πιο συγκεκριμένα, ένας μεγάλος αριθμός Ενωτικών και συνεργατών τους, που είχαν εμπλακεί στην επιχείρηση εκτοπισμού και εξολόθρευσης των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολίας, προσχώρησε αθρόως στο κεμαλικό κίνημα ακριβώς επειδή φοβόταν αντεκδικήσεις από πλευράς Αρμενίων και Ελλήνων ή τιμωρητικά μέτρα από πλευράς των νικητών Συμμάχων. Σαφέστερα δεν μπορεί να διατυπωθεί η τρομακτική αυτή αλήθεια:  Η πλειοψηφία των ιδρυτών Πατέρων της σύγχρονης Τουρκίας ήταν είτε δράστες είτε συνοδοιπόροι των αυτουργών του πρώτου μαζικού εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκε τον 20ο αιώνα.
 

ΙΙ. Σχόλιο για το σύγχρονο τουρκικό κράτος υπό το φως του ιδρυτικών γεγονότων του


Αυτή ακριβώς η ένοχη σιωπή για την εθνοτική πολιτική των Νεοτούρκων ορίζει δυστυχώς έναν από τα βαθύτερα στρώματα του συλλογικού φαντασιακού της σύγχρονης τουρκικής κοινωνίας, ενώ συνάμα μας παρακινεί να υποστηρίξουμε ότι η ειλικρινής αντιπαράθεση της σύγχρονης Τουρκίας με την ίδια της την Ιστορία και η από μέρους του τουρκικού κράτους αναγνώριση της τριπλής γενοκτονίας των αρχών του 20ου αιώνα δεν αποτελεί αίτημα εχθρών του τουρκικού λαού που επιδιώκουν τον εξευτελισμό του, αλλά, τουναντίον, προϋπόθεση μιας ανανεωμένης κοινωνικά και ηθικά αυτοσυνειδησίας, που θα  ευεργετήσει μακροπρόθεσμα την γείτονα χώρα πολλαπλώς. Η συνεχιζόμενη βλάσφημη συμπεριφορά του τουρκικού κράτους έναντι της μνήμης των εκατομμυρίων αδικοχαμένων θυμάτων των τελευταίων ηγετών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αλλά και των ιδρυτών πατέρων του τουρκικού εθνικού-κράτους δεν αφήνει απλώς εκκρεμές ένα πιεστικό αίτημα δικαιοσύνης κατά τρόπο που προσβάλλει την πολιτισμένη ανθρωπότητα· πολύ περισσότερο, παρατείνει και επιτείνει την πολυώδυνη παγίδευση  της σύγχρονης Τουρκίας στη μέγγενη των ολοένα αναζωπυρούμενων εθνοτικών ανταγωνισμών. Οι συνεχιζόμενες για πάνω από 20 χρόνια σφαγές του κουρδικού πληθυσμού της νοτιοανατολικής Τουρκίας από το επίσημο τουρκικό κράτος -τη στιγμή που λέγονται αυτά κουρδικά χωριά ισοπεδώνονται στην ΝΑ Τουρκία-, η σταθερή πολιτική καταστολής εναντίον της εθνοθρησκευτικής μειονότητας των Αλεβηδών, οι οποίοι κατά τις μετριοπαθέστερες εκτιμήσεις συνθέτουν το 15% του πληθυσμού της σύγχρονης Τουρκίας, επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές και μοιάζουν να πιστοποιούν με τραγικό τρόπο την αίσθηση ότι παρά τις αλλεπάλληλες απόπειρες φιλελευθεροποίησης και εκδημοκρατισμού το τουρκικό στρατιωτικοπολιτικό κατεστημένο παραμένει ακόμα καθηλωμένο στις νεοτουρκικές πρακτικές του περασμένου αιώνα διαιωνίζοντας, έτσι, ένα κρατικό μηχανισμό τέρας, που δολοφονεί συστηματικά τους ίδιους τους πολίτες του.

Αν όλα αυτά ακούγονται υπερβολικά, παραχωρώ το λόγο σε έναν από τους πλέον αντικειμενικούς σύγχρονους Τουρκολόγους, τον Έρικ Τσύρχερ, ο οποίος μόνον για αντιτουρκισμό δεν θα μπορούσε να κατηγορηθεί:    

«All too often… we forget that the modern state of Turkey was built on ethnic cleansing on a massive scale».[23]

Είναι για κάθε λαό ανάγκη ζωτική να ερμηνεύσει το παρόν και να προετοιμαστεί για τις ακραίες προκλήσεις του μέλλοντος μέσα από μια δημιουργική ανάγνωση της ιστορίας του. Κάτι τέτοιο όμως δύναται να το πράξει μόνον εάν αντιμετωπίσει με ειλικρίνεια και διάθεση συλλογικής μετά–νοιας τους σκελετούς που κάθε εθνότητα κρύβει στο ντουλάπι της ιστορίας της, ωσάν στο περίφημο δωμάτιο του ταρκοφσκικού Στάλκερ, εντός του οποίου ο καθένας ερχόταν αντιμέτωπος με την φρικτή αλήθεια του είναι του. Τούτο ισχύει, τοσούτω μάλλον, για ένα κράτος που, όπως η σύγχρονη Τουρκία, το μέλλον του δεν αφορά μόνον τις πληθυσμιακές ομάδες που συνθέτουν το πλούσιο εθνοτικό μωσαϊκό που εξακολουθεί να υφίσταται στο εσωτερικό του, παρά και εις πείσμα της γενοκτονικής πολιτικής των Νεοτούρκων και της πάνω από 90 χρόνια εφαρμοζόμενης πολιτικής εθνοτικής καταπίεσης· πολύ περισσότερο άπτεται άμεσα των γεωπολιτικών ισορροπιών και της συλλογικής ασφάλειας στην ίσως πιο ευαίσθητη περιοχή του πλανήτη, την νοτιοανατολική Ευρώπη και την Εγγύς Ανατολή.   






[1] Για την περίπτωση του Ζιγιά Γκιοκάλπ βλ. Δημήτρη Κιτσίκη, Συγκριτική ἱστορία Ἑλλάδος και Τουρκίας στόν 20ο αἰώνα, Αθήνα 1998, 141-142, 147-154 και σποράδην, ο οποίος παραλληλίζει την περίπτωσή του με αυτή των Ελλήνων πατριωτών Αθανασίου Σουλιώτη Νικολαΐδη και Ίωνα Δραγούμη. Η φιλοτουρκική στάση του συγγραφέα δεν μειώνει την αξία του συγκεκριμένου βιβλίου, το οποίο, όπως και άλλα συγγράμματά του, είναι σε πολλά σημεία αποκαλυπτικό.


[2] Να σημειώσω εδώ εν πάση συντομία τη συζήτηση που έχει πυροδοτηθεί στον αγγλοσαξονικό χώρο σχετικά με την ταυτότητα της μαζικής εξόντωσης ολόκληρων πληθυσμιακών ομάδων αφ’ ενός στην Ινδία του β΄ μισού του 19ου αιώνα (επί αντιβασιλείας του Λόρδου Λύτον) και αφ’ ετέρου στην Κένυα την δεκαετία του ’50 του 20ου αιώνα με αφορμή την εξέγερση των Μάου-Μάου. Παραπέμπω στο σημείωμα του ιστορικού του Χάρβαρντ Νάιαλ Φέργκιουσον ο οποίος αντιπαρατίθεται με τον Γιόχαν Χάρις επί του ζητήματος εάν και κατά πόσον η ευθύνη των Βρετανών στα τραγικά αυτά γεγονότα μπορεί να συγκριθεί ή ακόμα και να εξομοιωθεί με αυτήν των σταλινικών ή χιτλερικών εγκληματιών: Niall Ferguson, «Home truths about famine, war and genocide. It is egregious to compare the suppression of the Mau-Mau in Kenya with Stalin's Terror», στο φύλλο της εφημερίδας Independent, 14 Ιουνίου 2006. 


[3] M. Sükrü Hanioglu, Preparation for a Revolution. The Young Turks, 1901-1908, Oxford 2001, 249 και 252.


[4] Βλ. την ελληνική έκδοση: B. Lewis, Η ανάδυση της σύγχρονης Τουρκίας (επιμέλεια, μετάφραση, σχολιασμός Στ. Παπαγεωργίου), τόμος Ι: Τα στάδια της ανάδυσης, Αθήνα 2001, και τόμος ΙΙ: Όψεις της αλλαγής, Αθήνα 2002.


[5] Erik Jan Zürcher, The Young Turks Legacy and Nation Building. From the Ottoman Empire to Atatürk’s Turkey, London 2010, 99.


[6] Την πληροφορία έχω από το: Φουάτ Ντουντάρ, Ο Κώδικας της Σύγχρονης Τουρκίας.  Η μηχανική των εθνοτήτων της «Ένωσης και Προόδου» (1913-1918), Αθήνα 2014, 56.


[7] Ιωάννης Θ. Μάζης, Μυστικά ισλαμικά τάγματα και πολιτικο-οικονομικό Ισλάμ στη σύγχρονη Τουρκία, Αθήνα 2000, 369.


[8] Feroz Ahmad, War and Society Under the Young Turks, 1908-1918, 269-270.


[9] Ι. Θ. Μάζης, Μυστικά ισλαμικά τάγματα, 371. Ένας από τους απώτερους προδρόμους αυτής της ιδέας θα μπορούσε να θεωρηθεί ο Γεώργιος Τραπεζούντιος (Γεώργιος Δ. Παναγόπουλος, Ορθόδοξη Θεολογία και τουρκοκρατούμενος Ελληνισμός, Αθήνα 2014, 51-80.


[10] Ι. Θ. Μάζης, Μυστικά ισλαμικά τάγματα, 374 και 507 με υποσ. 51


[11] Erik Jan Zürcher, Σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας, 189.


[12] Ι. Θ. Μάζης, Μυστικά ισλαμικά τάγματα, 372-373


[13] Αυτό φαίνεται να έχει γίνει αποδεκτό στη νεότερη έρευνα: P. Mansfield, A History of the Middle East, London 2013, 145: «The dominant outlook in the CUP was therefore secular and nationalist… Most of its leaders were Freemasons, and they were closely associated with Jews of Salonika, who played an important role in the Young Turk movement». 


[14] Κατατοπιστικά ενημερώνει για τον Σαμπαθάι και το κίνημά του η Karen Armstrong, The Battle for God. A History of Fondamentalism, New Υork 2001, 26επ. και σποράδην.


[15] Joachim Prinz, The Secret Jews, New York 1973, 122. Δεν βρήκα καμία αναφορά στην ντονμέ ιδιότητα του Κεμάλ στην πρόσφατη μονογραφία του George Gawrych, The Young Atatürk. From Ottoman Soldier to Statesman of Turkey, London / New York 2013. Να σημειώσω ότι σε κάθε περίπτωση ο Κεμάλ, ξανθός με γαλανά μάτια, διακρινόταν για την άστατη σεξουαλική ζωή του και τις τεράστιες ποσότητες αλκοόλ που κατανάλωνε. Πέθανε εξάλλου σχετικά νέος και αλκοολικός, σε ηλικία 57 ετών, από κίρρωση του ήπατος (Δ. Κιτσίκης, όπ. π., 159).


[16] Erik Jan Zürcher, The Young Turks Legacy, 115.


[17]   Σε Φ. Ντουντάρ, όπ. π., 35.


[18] Ο Ερνστ Νόλτε (Ο ευρωπαϊκός εμφύλιος πόλεμος 1917-1945. Εθνικοσοσιαλισμός και Μπολσεβικισμός [ελλ. μετάφραση-επιμέλεια Γ. Καραπαπάς], Αθήνα 2015, 83) γράφει: «Στην πραγματικότητα εδώ και πολύ καιρό δεν αποτελεί πλέον κανέναν μυστικό… ότι ήδη από το 1915 είχαν συρρεύσει στη Ρωσία σημαντικά χρηματικά ποσά για την επαναστατική προπαγάνδα, και μάλιστα με την μεσολάβηση του πρώην (sic) αριστερού σοσιαλιστή Αλεξάντερ Πάρβους-Χέλφαντ».


[19] Erik Jan Zürcher, Σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας (ελλ. μτφρ. Β. Κεχριώτης), Αθήνα 2004, 188.


[20] Erik Jan Zürcher, Σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας, 183-184.


[21] Να επισημάνω ότι ήδη προ της ενάρξεως του πολέμου, στις 22 Ιουλίου 1914 ο Πάρβους σε άρθρο του στην εφημερίδα Τασβιρί Εφκάρ εξέθεσε τις θετικές προοπτικές που διανοίγονταν για την Οθωμανία σε περίπτωση που εκμεταλλευόταν την ευκαιρία του πολέμου: Elizabeth Heresch, Geheimakte Parvus. Die gekaufte Revolution. Biographie, München 2000, 103-104 και 109· πρβλ. Z. A. B. Zeman / W. B. Scharlau, The Merchant of Revolution. The Life of Alexander Israel Helphand (Parvus) 1867-1924, London 1965, 127-132.


[22] Τον ισχυρισμό αυτό μοιάζει να υιοθετεί και ο Erik Jan Zürcher, The Young Turks Legacy, 49.


[23] Erik Jan Zürcher, όπ. π., 49.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου